Ο Μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης

Μητροπολίτη Αυστρίας
κ. Μιχαήλ Στάικος

Θα σάς μιλήσω για εκείνον που υπήρξε η κατ’ εξοχήν έκφραση και έκφανση του μαρτυρίου της μαρτυρίας υπέρ πίστεως και πατρίδος μέσα από τον Μακεδονικό Αγώνα, τον Μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανό Καραβαγγέλη.

Τρεις λόγοι δικαιολογούν την ειλικρινή συγκίνησή μου εκ της παρουσίας και συμμετοχής μου στο συνέδριο αυτό:

α) Διότι η Μακεδονία βρίσκεται και πάλι στο επίκεντρο πολίτικων ανακατάξεων και συζητήσεων, εις βάρος της ελληνικότητάς της, για την οποία θυσιάσθηκε ο Παύλος Μελάς και πολέμησε ο Γερμανός Καραβαγγέλης,

β) διότι θεωρώ και εκτιμώ τη συμμετοχή μου αυτή εδώ απόψε οφειλόμενο μνημόσυνο ταπεινού διαδόχου σε μέγα προκάτοχο, και

γ) διότι στην Ε.Μ.Σ. οφείλεται η αποκατάσταση του Γερμανού Καραβαγγέλη στην ιστορία της νεωτέρας Ελλάδος.

Για ‘κείνον που θέλει να μελετήσει την ιστορία του Μακεδονικού Αγώνα και ιδίως του Αγώνα της Δυτικής Μακεδονίας είναι απαραίτητο να γνωρίσει την εξαιρετική φυσιογνωμία του τότε μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανού.

Αλλιώς θα ήταν σαν να ζητούσε να μελετήσει την ιστορία της αρχαίας Αθήνας και να ξεχνούσε τον Μιλτιάδη, ή την Επανάσταση του 21 και ν΄ αγνοούσε τον Γέρο του Μωριά, κατά την έκφραση της βιογράφου του Αντιγόνης Μπέλλου-Θρεψιάδη.

ΓΚ1 1
Φοιτητής στη Λειψία

Σε συντομία τα βιογραφικά του:

16 Ιουνίου 1866 γέννηση του Στυλιανού Καραβαγγέλη στη Στύψη της Λέσβου.

Το 1868 μετακομίζει η οικογένεια Καραβαγγέλη στο Αδραμυττι της Μικράς Ασίας.

Τον Σεπτέμβριο του 1882 ο Στυλιανός εγγράφεται στην Ι. Θεολογική Σχολή Χάλκης προστάτης του είναι ο Παύλος Σκυλίτσης Στεφάνοβικ, θείος της Έλενας Βενιζέλου.

3 Ιουλίου 1888 ο Στυλιανός παίρνει το πτυχίο του, χειροτονείται Διάκονος από τον Πατριάρχη Διονύσιο Ε’ και μετονομάζεται σε Γερμανό.

1888-1891 σπουδάζει στη Λειψία.

24 Απριλίου 1891 αναγορεύεται Διδάκτωρ της Φιλοσοφίας.

Τον Αύγουστο του 1891 εκλέγεται Καθηγητής στην Ι. Θεολογική Σχολή Χάλκης.

6 Μαρτίου 1894 χειροτονείται σε Πρεσβύτερο από τον Πατριάρχη Νεόφυτο Η’.

20 Φεβρουάριου 1896 χειροτονείται Επίσκοπος Χαριουπόλεως από τον Πατριάρχη Άνθιμο Ζ’.

21 Οκτωβρίου 1900 εκλέγεται Μητροπολίτης Καστοριάς.

5 Φεβρουάριου 1908 εκλέγεται Μητροπολίτης Αμασείας.

27 Οκτωβρίου 1922 εκλέγεται Μητροπολίτης Ιωαννίνων.

15 Απριλίου 1924 εκλέγεται Μητροπολίτης Ουγγαρίας και Έξαρχος Κεντρώας Ευρώπης.

12 Αυγούστου 1924 εκλέγεται Μητροπολίτης Αμασείας και τοποθετείται στη Μητρόπολη Κεντρώας Ευρώπης, με έδρα τη Βιέννη, ως Έξαρχος Κεντρώας Ευρώπης.

11 Φεβρουάριου 1935 πεθαίνει στη Βιέννη.

12 Ιουνίου 1959 τα οστά του μεταφέρονται μέσω Θεσσαλονίκης στην Καστοριά, κατόπιν πρωτοβουλίας της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών.

ΓΚ2 1

Φοιτητής στην Ι.Θ.Σ.Χάλκης.

Τριανταπέντε ετών ήταν ο μέχρι τότε Επίσκοπος Χαριουπόλεως Γερμανός, όταν στις 21 Οκτωβρίου 1900 εκλήθη να εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη και το Πέραν, για να μεταβεί στην πολυτάραχη Δυτική Μακεδονία, αναλαμβάνοντας τη διαποίμανση της Μητροπόλεως Καστοριάς.

Στα Απομνημονεύματά του ο ίδιος ο Γερμανός ομολογεί πώς δεν ήθελε τη μετάθεση αυτή, αφού ήταν αναγκασμένος να εγκαταλείψει την καρδιά του Ελληνισμού, το εντυπωσιακό Πέραν της μαγευτικής Κωνσταντινουπόλεως, όπου κυριαρχούσε ο Μέντοράς του Παύλος Σκυλίτσης Στεφάνοβικ.

Όταν ο Γερμανός έφθασε στην Καστοριά, την έδρα της Μητροπόλεώς του, γράψει, βρήκε τον τόπο σε άθλια κατάσταση. Οι βλέψεις του Βουλγαρικού Κομιτάτου έφθαναν ως τον Αλιάκμονα και τα Καστανοχώρια, και γι αυτό το στρατόπεδο των συμμοριών στήθηκε στα Κορέστια της Καστοριάς, για να αποδείξουν μία μέρα στην ευρωπαϊκή διπλωματία ότι στην Καστοριά έπρεπε να χαραχθούν τα σύνορα της ονειροπολουμένης Μεγάλης Βουλγαρίας…

Ο Γερμανός πρότεινε αμέσως στην Κυβέρνηση των Αθηνών τη συγκρότηση ενόπλων ομάδων από ντόπιους και Κρήτες πολεμιστές, αφού πίστευε ότι ήταν αδύνατο να κρατηθεί ο αγώνας χωρίς ελληνικά σώματα. Από την έκθεση αυτή δεν βγήκε κανένα αποτέλεσμα.

Στις αρχές του 1901 ο Γερμανός έκανε μία μεγάλη περιοδεία σ όλα τα σλαβόφωνα χωριά των Κορεστίων.Σ ένα χωριό, από το όποιο καταγόταν ο Κομιτατζής Μήτρος Βλάχος, στο Κονοπλάτι, οι Βούλγαροι δεν θέλησαν να δώσουν τα κλειδιά της εκκλησίας στον Γερμανό για να λειτουργήσει.

Τότε, διηγείται ο Γερμανός, εγώ μαζί με τον καβάση μου Εμίν έχοντας κρεμασμένα στους ώμους μας τα όπλα μας, εγώ ένα μάλιγχερ και κείνος ένα γκρά, σπάσαμε με μπαλτάδες την πόρτα και μπήκαμε και λειτούργησα χωρίς κανείς να τολμήση να μ’ εμποδίση.

Τα Χριστούγεννα τού 1901 λειτούργησε τα μεσάνυχτα στο χωριό Ζαγορίτσανη.

Οι Βούλγαροι δεν ήθελαν να του δώσουν τα κλειδιά της εκκλησίας, γιατί ήθελαν πρώτοι αυτοί να λειτουργήσουν.Με την απειλή στην αρχή ότι θα σπάσει την πόρτα της εκκλησίας για να μπει μέσα και αργότερα με την απειλή ότι θα ζητούσε από τον και μακάμη να στείλει στρατό, πήρε τα κλειδιά από τους Βουλγάρους και λειτούργησε. Ο Γερμανός διηγείται ως εξής τη νυχτερινή αυτή χριστουγεννιάτικη λειτουργία:

Στην εκκλησία έβαλα το ρεβόλβερ μου στην πέτσινη θήκη του και ξέχασα μάλιστα, θυμούμαι, τον πετεινό σηκωμένο. Μα ευτυχώς δεν συνέβη δυστύχημα. Πίσω από τον θρόνο ήταν ένας δικός μας που στάθηκε όλη την ώρα με το πιστόλι στο χέρι. Άμα φτάσαμε στο σπίτι ο παπα-Γιώργης έκανε τον σταυρό του. «Όλοι οι κακούργοι ήταν εδώ» είπε.Η πρώτη λειτουργία στη Ζαγορίτσανη αλήθεια άγρια.Μα έτσι επιβλήθηκα.Ο Γερμανός Καραβαγγέλης, γυρίζοντας στην Καστοριά από την πρώτη του περιοδεία, απέστειλε προς την Κυβέρνηση των Αθηνών και νέα έκθεση μέσω του Προξενείου του Μοναστηριού.

Στην έκθεση αυτή εξιστορούσε ο Γερμανός όσα έγιναν και ζητούσε βοήθεια σε άνδρες και όπλα. Κι αυτή τη φορά όμως δεν εισακούστηκε η φωνή του.

Η Αντιγόνη Μπέλλου-Θρεψιάδη αναφέρει ότι ένα απ΄ τα μεγαλύτερα όπλα του, αν όχι το μεγαλύτερο, ήταν η ρητορική του δεινότητα, η πειθώ που είχε.

Ο πρώτος βουλγαρόφωνος οπλαρχηγός που πείστηκε να μεταστραφεί το 1901 σε Έλληνα οπλαρχηγό ήταν ο Κώττας Χρήστου, ο γνωστός Καπετάν-Κώττας, από το χωριό Ρούλια.

Αργότερα προσεταιρίστηκε τον Βαγγέλη Νικολάου από το Στρέμπενο, πάλι μέσα στο 1901 έναν άλλο οπλαρχηγό Βούλγαρο, τον Γκέλεφ, που ήταν πριν βουλγαροδάσκαλος, και τον Σταύρο από την Κλεισούρα.

Με τον τρόπο αυτό δημιουργήθηκε ένας πρώτος πυρήνας αντίστασης κατά των Κομιτατζήδων από ντόπιους οπλαρχηγούς, που γνώριζαν καλώς τα πρόσωπα, την περιοχή και τη δράση των Βουλγάρων.

Ο Γερμανός το 1901, όταν μετάστρεψε τον Γκέλεφ, έστειλε αμέσως έκθεση στον Δηλιγιάννη, στην Αθήνα, για να του αναγγείλει ότι απέσπασε και άλλη βουλγαρική συμμορία και να τον παρακαλέσει να του στείλει ενίσχυση σε άνδρες.

Στην έκκληση αυτή δεν υπήρξε απάντηση.

Τότε ο Γερμανός έγραψε στον Ζαΐμη: Στείλε μου πενήντα παλληκάρια, πενήντα Κρητικούς, να τούς ενώσω με τούς δικούς μου. θα καταρτίσω έτσι είκοσι σώματα και θα τα μοιράσω.

Ο καιρός είναι κατάλληλος για δράσι. Δυστυχώς, όπως αναγράφεται στα Απομνημονεύματά του, οι ελληνικές κυβερνήσεις ήταν ακόμα κατατρομαγμένες από την ήττα τού 97.

Ο Ζαΐμης μάλιστα τόσο τρόμαξε, που είπε: Νά βγάλωμε αμέσως τον Καραβαγγέλη από την Καστοριά, γιατί θα κάνη κακό μεγάλο.

Ο Γερμανός έξω φρένων γιατί δεν μπορούσε να βλέπει ασυγκίνητος να χύνεται το ελληνικό αίμα, έστειλε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο τηλεγραφικώς την παραίτησή του, την οποία δεν αποδέχτηκαν.Αυτά το 1901.Ο Γερμανός δεν κάμπτεται.

Ίων Δραγούμης

Επιδίδεται στην οργάνωση της άμυνας των κατοίκων των χωριών και τούς εξοπλίζει.

Σημαντική ήταν η δράση του Ίωνα Δραγούμη στο Μοναστήρι, όπου υπηρετούσε στο Ελληνικό Προξενείο.

Στο σπίτι του Δραγούμη, στην Αθήνα, συγκεντρώνονταν πολλοί Μακεδόνες και πατριώτες.

Εκεί, φυσικά, βρισκόταν και ο γαμβρός του Δραγούμη, ο Παύλος Μελάς, που ήταν συνεπαρμένος από τη σαγηνευτική προσωπικότητα του Γερμανού Καραβαγγέλη.

Σε επιστολή του ο Παύλος Μελάς γράφει στον Μητροπολίτη Γερμανό:

Σεβασμιώτατε, δράττομαι της ευλογημένης ταύτης ευκαιρίας, όπως σάς εκφράσω την άπειρον λατρείαν και τον άπειρον σεβασμόν, ον προς Υμάς τρέφω διά την γενναίαν και πατριωτικοτάτην ενέργειαν Υμών.Οι αγώνες σας, γνωστοί ήδη όντες εις πολλούς καλούς πατριώτας και ως ελπίζω μετ σύ πολύ εις ολόκληρον το Έθνος, δεν αμφιβάλλω ότι θέλουσι ηλεκτρίσει τούς πάντας, όπως σπεύσωσι εις ενίσχυσίν Σας…

Παύλος Μ. Μελάς, Ανθυπολοχαγός Πυροβολικού.

Ένας εκκλησιαστικός άνδρας, ο Γερμανός Καραβαγγέλης, και ένας διπλωματικός υπάλληλος, ο Ίωνάς Δραγούμης, μετατρέπουν την απροθυμία των επισήμων φορέων σε αποφασιστικότητα και τον σκεπτικισμό των κυβερνώντων σε τολμηρότητα και αναλαμβάνουν πρώτοι αυτοί να ενεργοποιήσουν τις αστείρευτες δυνάμεις του αλύτρωτου Ελληνισμού και να τις αξιοποιήσουν.

Ο αγωνιστής Γεώργιος Πέρρος, σταλμένος τον Απρίλιο του 1903 από τον Παύλο Μελά, κατόρθωσε να μεταβεί στο Μοναστήρι προς συνάντηση του Ίωνα Δραγούμη.

Ο Δραγούμης έστειλε τότε τον Πέρρο στον Γερμανό Καραβαγγέλη για συνεννοήσεις. Όταν ο Πέρρος επέστρεψε στην Αθήνα, έφερε πολύτιμες πληροφορίες στον Παύλο Μελά.

Τον Ιούνιο του ιδίου έτους ο Παύλος Μελάς και ο Σφακιανός Γεώργιος Τσόντος, γνωστός ως Καπετάν-Βάρδας, έστειλαν έντεκα Κρητικούς αγωνιστές στον Μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανό, οι όποιοι, με τη φροντίδα του, ενσωματώθηκαν στην ομάδα άλλων δέκα Μακεδόνων αγωνιστών του Καπετάν-Βαγγέλη Στρεμπενιώτη.

Η επανάσταση, που ξέσπασε στην περιοχή του Μοναστηριού, στις 20 Ιουλίου 1903, η γνωστή επανάσταση του Ίλιντεν, στρεφόταν οπωσδήποτε κατά των Τούρκων, οι στόχοι της όμως ήταν οι Έλληνες.

Η επανάσταση αυτή εδωσε την ευκαιρία στον Γερμανό να κλείσει το βουλγαρικό γυμνάσιο της Καστοριάς και ως αντίρροπο να ιδρύσει ένα ορφανοτροφείο για τα παιδιά των εθνομαρτύρων, οπλαρχηγών και προκρίτων, που σκότωσε το Βουλγαρικό Κομιτάτο.

Η επανάσταση του Ίλιντεν έληξε πολύ σύντομα άδοξα για τους Βουλγάρους. και ενώ στους Έλληνες δινόταν η ευκαιρία να οργανωθούν στη Μακεδονία για να καλύψουν ο,τι δεν είχαν πράξει στα προηγούμενα χρόνια, άφησαν να περάσει ανεκμετάλλευτη και η δυνατότητα αυτή.

Η στάση αυτή της Ελλάδας επέτρεψε στους Βουλγάρους να ανασυνταχθούν και να επαναλάβουν την κατά του Ελληνισμού δράση τους εντονότερα τούτη τη φορά.

Η πικρία και η αγανάκτηση κυριεύουν και πάλι τον Καραβαγγέλη, που διαμαρτύρεται ακόμη εντονώτερα προς πάσα κατεύθυνση.Αλλά και πάλι δεν έγινε τίποτα. Απογοητευμένος ο Γερμανός αναγκάστηκε με πόνο ψυχής να υποβάλει εκ νέου την παραίτησή του από Μητροπολίτης Καστοριάς.Η παραίτηση και αυτή τη φορά δεν έγινε αποδεκτή.

Λίγο αργότερα όμως η Ελληνική Κυβέρνηση πήρε επί τέλους την απόφαση να στείλει στη Μακεδονία τον Παύλο Μελά, επικεφαλής αποσπάσματος από 28 άνδρες. Ο Παύλος Μελάς πέρασε τα σύνορα στις 27 Αυγούστου 1904 έτοιμος για δράση στο μακεδονικό έδαφος.

Η μετάβαση του Παύλου Μελά θα πρέπει να θεωρηθεί ως αποτέλεσμα των ενεργειών του Γερμανού, όπως έργο του Γερμανού πρέπει να θεωρηθεί και ο συντονισμός της δράσης των συγκεντρωθέντων βαθμιαίως στην περιοχή της Καστοριάς και των Κορεστίων διαφόρων ισχυρών ελληνικών ανταρτικών σωμάτων.

Η παρουσία του Παύλου Μελά δεν ήταν μακρά. Στις 13 Οκτωβρίου του 1904 στο χωριό Σιάτιστα σφράγισε με το αίμα του τη δυτικομακεδονική γη.

karabaggelis tafos p mela
Ο Μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης με τον Πρωτοσύγγελο Πλάτωνα. Επιμνημόσυνος δέησης στον τάφο του Παύλου Μελά.

Ο Γερμανός, αφού κατόρθωσε να πάρει το σώμα του Παύλου Μελά από τους Τούρκους, το μετέφερε αμέσως στο Μητροπολιτικό Μέγαρο.

Τον θρήνησαν όλη τη νύχτα και την άλλη μέρα, πολύ πρωί, όπως είχε υποσχεθεί στον και Καιμακάμη, τον έθαψε στο νεκροταφείο αντίκρυ από τη Μητρόπολη, διαβάζουμε στα Απομνημονεύματα του Γερμανού.

Ύστερα από τον θάνατο του Παύλου Μελά ο Ελληνισμός εξεγέρθηκε, εσήμανε γενική αφύπνιση και η Μακεδονία γέμισε από ανταρτικά ελληνικά σώματα.Κρητικοί, Παλαιοελλαδίτες και αυτόχθονες Μακεδόνες πύκνωσαν τις τάξεις τους και τα ελληνικά Προξενεία της Μακεδονίας επανδρώθηκαν με δυναμικά στελέχη, πολιτικά και στρατιωτικά.

Στην αναχαίτιση του ρεύματος αποσκίρτησης των σλαβόφωνων Ελλήνων στη βουλγαρική Εξαρχία και στην ενθάρρυνση των κατοίκων της Επαρχίας Καστοριάς συνέβαλαν πολύ και οι τακτικές, επικίνδυνες για τη ζωή του και παράτολμες επισκέψεις του Γερμανού στα χωριά και οι περιοδείες του.

Όταν η Μπέλλου-Θρεψιάδη τον παρακαλάει να της εξηγήσει πώς γινόταν να περνάει μέσα από τα βουλγαρικά χωριά χωρίς να τον καταλαβαίνουν, χωρίς καν να τον υποπτεύονται ποιός είναι, ώστε να βγουν να τον κυνηγήσουν, ο Γερμανός απαντάει:Μα έπαιρνα και ‘γω τα μέτρα μου.Πρώτα είχα πάντοτε δυο θαυμάσια άλογα δικά μου στη Μητρόπολι. Έπειτα, όταν έκανα τέτοια επικίνδυνα ταξίδια, ντυνόμουν κάπως διαφορετικά. Έριχνα απάνω μου ένα μαύρο εγγλέζικο αδιάβροχο, φορούσα μπότες ψηλές ως το γόνατο, το αντερί μου το εσήκωνα κι έπιανα τις άκρες του μέσα στις τσέπες μου και πάνω από το καμηλαύκι μου έριχνα ένα μαύρο μαντήλι.Στον ώμο μου κρεμόταν το μάλιγχερ και στο στήθος μου σταυρωτά κάτω από το αδιάβροχο διακρίνονταν οι φυσιγγιοθήκες με τα φυσέκια. Στη μέση φορούσα μία πέτσινη πλατειά ζώνη, απ όπου κρέμονταν από τη μία μεριά η θήκη του πιστολιού μου που ήταν μεγάλο και γίνονταν εν ανάγκη και τουφέκι κι από την άλλη ένα μαχαίρι στη θήκη του. Έτσι όλοι με παίρνανε για στρατιωτικό ή αστυνομικό…

Ο Μητροπολίτης Κορυτσάς και Πρεμετής Φώτιος Καλπίδης (1862-1906)

Ο Γερμανός ήταν μόνιμος στόχος των Κομιτατζήδων και στις 12 Σεπτεμβρίου 1906 δολοφονήθηκε ο Μητροπολίτης Κορυτσας Φώτιος, νομίζοντας ότι σκοτώνουν τον Καραβαγγέλη.

Η παρουσία του Γερμανού στην Καστοριά τώρα ακόμα περισσότερο αποτελούσε κάρφος στα μάτια των Βουλγάρων. Οι συκοφαντίες των Βουλγάρων καθώς και οι αντιπρόσωποι των Μεγάλων Δυνάμεων στην Καστοριά, που διέκειντο ευνοϊκώς προς αυτούς, εξαπατούσαν τούς Πρεσβευτές τους στην Κωνσταντινούπολη εναντίον του Γερμανού, όπως αναφέρει ο ίδιος σε έκθεσή του προς τον Πατριάρχη Ιωακείμ Г’Όλα αυτά συντέλεσαν στον αναγκαστικό περιορισμό του Γερμανού στην Καστοριά, γιατί οι Τούρκοι της Καστοριάς, ύστερα από σχετική εντολή της Τουρκικής Κυβέρνησης, που ζητούσε την ανάκλησή του, τον εμπόδιζαν να βγαίνει από την πόλη.

Ο Μήτρο Βλάχος (1873-1907)

Η τηλεγραφική ανάκληση του Γερμανού στην Κωνσταντινούπολη, που έγινε με το πρόσχημα της εκλογής του ως μέλους της Ιεράς Συνόδου, ήταν μεγάλη επιτυχία των Βουλγάρων και των φιλοβουλγαρικών κύκλων και βαρύ τραύμα για τον Μακεδονικό Αγώνα.

Ευτυχώς όμως που οι συνέπειες της δεν ήταν καταλυτικές για την παραπέρα εξέλιξη του Αγώνα. Λίγο πριν να εγκαταλείψει ο Γερμανός την Καστοριά, του είχε γράψει ο Καλαποθάκης από την Αθήνα να εξοντώσει με κάθε θυσία τον κομιτατζή Μήτρο Βλάχο, που έμενε ασύλληπτος.

Ο Μήτρος Βλάχος φονεύτηκε και ο Γερμανός πήρε τον δρόμο για την Κωνσταντινούπολη, όπου έφθασε στις 5 Ιουνίου 1907.

Ο Άγιος Δράμας Χρυσόστομος.

Ο τότε Μητροπολίτης Δράμας Χρυσόστομος Καλαφάτης, σε γράμμα του προς τον Γερμανό, το οποίο του έστειλε αμέσως μετά την απομάκρυνσή του από την Καστοριά, του έγραφε:

Με δάφνας εστεφανωμένος επιστρέφεις εις την Ακρόπολιν της Ορθοδοξίας. Ημείς, μαθηταί της μεγάλης νέας Σχολής, ην Συ ίδρυσες εν Μακεδονία, θα φροντίσωμεν ν΄ ακολουθήσωμεν τα ίχνη Σου. Συ δε από της υψηλής σκοπιάς, εις ην εκλήθης, θα συνέχισης ήδη υπό άλλην μορφήν το Εθνοσωτήριον έργον Σου.

Και όντως ο Γερμανός συνέχισε το έργο του με αυτοθυσία και ηρωϊσμό, ως Μητροπολίτης Αμασείας, υπέρ του Ποντιακού Ελληνισμού και του Οικουμενικού Πατριαρχείου, του οποίου αναδείχθηκε κορυφαίος Ιεράρχης, διατελέσας Τοποτηρητής του Οικουμενικού θρόνου, ενώ δύο φορές παραιτήθηκε την τελευταία στιγμή του Πατριαρχικου αξιώματος αν και ήτο βεβαία η εκλογή του.

Ο Καραβαγγέλης Μητροπολίτης Αμασείας

Καταδικασμένος σε θάνατο από τούς Κεμαλικούς εκλέγεται Μητροπολίτης Ιωαννίνων, αφού προηγουμένως εκθρονίζεται από τούς Βενιζελικούς ο Βασιλικός Ιωαννίνων Σπυρίδων, που με τη σειρά του δύο χρόνια μετά θα ξαναγυρίσει στην Ήπειρο και οι Βασιλικοί θα εξορίσουν τον Βενιζελικό Γερμανό στην Ευρώπη, ως Μητροπολίτη Αμασείας και Έξαρχο Κεντρώας Ευρώπης, με έδρα τη Βιέννη.

Και εδώ εργάζεται αγόγγυστα υπέρ της διασώσεως της ελληνικότητος των Κοινοτήτων της Αυστρίας, Ουγγαρίας και Ιταλίας, περιφρονημένος από την Ελληνική Κυβέρνηση, που τον αφήνει να πεθάνει το 1935 ενδεής και ούτε τη μεταφορά της σορού του στην Αθήνα δεν επιτρέπει.

Και τα οστά του παραμένουν στη Βιέννη μέχρι το 1959, όταν με πρωτοβουλία και ενέργειες της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών μεταφέρονται επισήμως μέσω Θεσσαλονίκης στην Καστοριά και το Ελληνικό Κράτος τιμά με κάθε επισημότητα τη μνήμη και το έργο του, αποκαθιστώντας τον στη θέση που του αρμόζει στη νεώτερη ελληνική Ιστορία και στο Πάνθεον των ηρώων της Ελλάδος.

Ο από Καστοριάς Μητροπολίτης Αμασείας Γερμανός Καραβαγγέλης ήταν Δεσπότης μεγαλοπρεπής, με ωραία και ευγενική μορφή και αδάμαστη ψυχή, με φωνή και λειτουργία μαγευτική.

Για λίγους ανθρώπους ίσχυσε το αρχαίο γνωμικό «οία η μορφή τοιάδε και η ψυχή».

Ήταν ένας αληθινός ηγέτης του λαού και άξιος πρωτοπόρος των εθνικών αγώνων.

Κεντρική φυσιογνωμία του Μακεδονικού Αγώνα και αργότερα πρωτοπόρα μορφή του δράματος του Ποντιακού Ελληνισμού στο πρώτο τέταρτο του 20ου αιώνα, αναδείχτηκε σε μεγάλη ηρωική και μαρτυρική μορφή, παρότι δεν επισφράγισε την προσφορά του με το μαρτύριο, και έγινε ηρωική οπτασία στη λαϊκή συνείδηση, έγινε θρύλος. Γι’ αυτό ανήκει ο Γερμανός και στην εθνική και στην ιερή Ιστορία της πατρίδας μας, δαφνοστεφανωμένος για το μεγαλείο και για τη λεβεντιά του, όπως την τραγούδησε η λαϊκή μούσα με την κρητική μαντινάδα:

Η λεβεντιά στον άνθρωπο δίνει ένα μεγαλείο,
γεννιέται, δε διδάσκεται ποτέ μες στο σχολείο.

Πηγή: https://maccunion.wordpress.com

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση